.

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Της κλαίουσας



Θα προσμένω τη βροχούλα μ’ ένα σύννεφο να φτάσει
ξεδιψώντας μου τη ρίζα σ’ ένα βράχο πλάι γερτό,
οπού θα ‘χει ολόγυρά της – μαύρο χώμα να χορτάσει, 
ανεμώνες κι άγρια ρόδα, σ’ έναν τόπο υποφερτό...

Θα προσμένω μιαν αχτίδα να φωτίσει τ’ άγριο βράδυ
κι όσο ν’ αποκόψει, θέλω φως μονάχα εσπερινό,
φως να φέγγει μου το σώμα μέσα στο πυκνό σκοτάδι,
γιατί τ’ άγνωστα φοβούμαι κι ό,τι αχεί νυχτερινό.

Όλο λέω πως είν’ χαρά μου να προσμένω την αυγούλα
γιατί λαχταρούν το φως της διψασμένα οι φυλλωσιές,
γιατί λαχταρούν να πιούνε το καθάριο απ’ τη δροσούλα
κι όσα που απομείναν δάκρυα μες της γης τις εμπασιές.

Θα προσμένω μια βροχούλα στα ριζά μου για να φτάσει,
για να πιούν οι γύρω κάμποι και τα δέντρα τ’ αχαμνά.
Θα προσμένω να σιωπήσει απ’ τα πέρα γύρω δάση
το τζιτζίκι, που φωλιάζει και τα μέσα μου χαλνά.


©Γιώργος Ν. Μανέτας