Σε φως κυανό των αστεριών σε θέλω ν' αντικρύσω.
Σε κάποιο ακύμαντο βυθό να σε συναντηθώ.
Τα δροσερά τα χείλη σου μεμιάς να τα φιλήσω.
Να σ' αγκαλιάσω κι ύστερα για να σε κοιμηθώ.
Ρανίδα ήθελ' απ’ άσωτο σανίδι να με βρέχεις.
Ένα κατάρτι ξεβρασμένο απ' άγριο σου καιρό.
Της αμμουδιάς κόκκος ξανθός σιμά σου για να μ' έχεις.
Άρμη λευκή του αλμόλοιπου με γύρω σου τ' ωχρό.
Ήθελα εγώ στο πέλαγο λευκό πανί χαμένο.
Βάρκα που ξέσυρε ο καιρός και πήγε την μακριά.
Του ναυαγού που χάθηκε το ντύμα το βρεγμένο.
Βράχος να στέκω αμέριμνος σε κάποια σου ερημιά.
Ήθελ' αγέρας! κι ήθελα του σύννεφου η βροχούλα,
για να φιλιώνω τα γλυκά με τ' αλμυρά νερά.
Του νόστου να 'μαι η φαντεζί του κόλπου σου βαρκούλα.
Ήθελα γλάρος, πάνω σου μ’ ώρια λευκά φτερά.
Έν' ανεμόδαρτο ήθελα να 'μαι σκαρί στο κύμα,
να ταξιδεύω μέσα σου σ' ολόκληρη τη Γη.
Να 'σαι του έρωτα ο καημός και η στόχαση στη ρίμα.
Να 'σαι η δροσιά στου ξύλου μου την αλμυρή πληγή.
Ανάπαψη να μη χαρώ πριν να με κάνεις κύμα.
Πριν να με κάνεις πέλαγο μ' αγέρα και βροχή.
Έλα, του ονείρου Θάλασσα, στολίδι μου στη ρίμα,
με άτι λευκό καλπάζοντας, για να χαρεί η ψυχή.