Στα ξαφνικά
Χαρά δεν είχα που έφευγε και χάνονταν στο μούχρωμα
την ώρα που όλα σβένανε κι απόμενα μονάχη.
Ήταν δική του απόφαση. Στα ξαφνικά και απρόσμενα,
ένοιωσα σα να βύθιζαν κι η θάλασσα κι οι βράχοι.
Κι έμεινα μόνη να κοιτώ τ' αστέρια και τα σύμπαντα
δίχως εκείνον που 'θελα, μιαν αγκαλιά να πάρει.
Κι αυτό, μου στοίχισε πολύ μιας και συνήθεια το 'χαμε
πάντα να ταξιδεύουμε με λύρα και δοξάρι.
Τι ξαγρυπνώ στα κύματα τώρα και τα ονειρεύομαι,
τι στα βουνά μονάχη μου τις νύχτες καρτερώντας,
αυτός, που τόσο αγάπησα και τόσο πολύ πόθησα,
έφυγε· κι έτσι απόμεινα μονάχη μου, απορώντας
αν θα γυρνούσε κάποτε στα ξαφνικά, όπως έφυγε
κι αυτές, οι στέρφες αγκαλιές να νοιώθανε και πάλι.
Να νοιώθαμε, σαν ήμασταν κι ίσως και πιο καλύτερα,
μιας και λουλούδι ο έρωτας, φυλλοβολεί και θάλλει.
©Γιώργος Ν. Μανέτας
Αν Κι απ' των ματιών την άμπωτη, παρασυρμένη βγήκα ως το πλατύ π' αντίκρισα μάγο χαμόγελό σου. Κι ερωτευμένη ως ήμουνα, μια χαραμάδα βρήκα και μπήκα, όπως η άνοιξη, απ' το παράθυρό σου. ©Γιώργος Ν. Μανέτας