.

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

 


Η υπόσχεση

 

Δεν είδες...!; Δεν στοχάστηκες τι νοιάστηκα για σένα..;
Σαν ρόδο μοσχομύριστο δεν σ' είχα στ' ανθισμένα;
 
Όσα για σένα γράφτηκαν: οι αγράμπελες, τα κρίνα,
τ' αστέρια που ξεκάρφωνα κι όλα του θόλου εκείνα
 
ήταν γιατί... σ' αγάπησα! αυτή 'ναι η μόνη αλήθεια...
(Προς την αγάπη, ποιος τολμά να γράψει παραμύθια
 
για ξωτικά και μάγισσες, κει που το ισχνό προβάλει
μα, κι έτσι πάλι αν ήτανε, πες μου τον που σε βάλλει:
 
Ποιος δράκος κρύβει σε σπηλιά, σε ανήλιαγα δωμάτια,
για να μη δεις, πριγκίπισσα, τον π' αγαπάς, στα μάτια;
 
Πες μου, πούθε σε αλύσωσε, να ζέψω τ' άλογό μου
μεμιάς να κόψω με σπαθί κάθε δικό σου εχθρό μου!;)
 
Ποιος σ' είδε και σε νοιάστηκε, θεϊκή ομορφιά, πανώρια.
Τι μου ζητάς στ' αλόγιστα να ζήσουμε πια χώρια;
 
Ω, νεραϊδόκορμη! θεά, που λαχταρώ σε, ακόμα
που ξενυχτώ σαν σκέφτομαι, απ' το πρωί ως το γιόμα
 
για σε, - κι ας σειέται η θάλασσα με τα μαλλιά λυμένα,
που όλα τα φίδια της, κρατεί με τ' αλυσοδεμένα.
 
Φεύγω! κυρά (και υπόσχομαι μπροστά σου άλλο δε θα 'βρεις)
κι ας αποθάνω εξόριστος της ξενιτιάς της μαύρης.

 

©Γιώργος Ν. Μανέτας