Θυμάσαι…;
Θυμάσαι, γιε μου, τη γιαγιά
που ερχότανε στη σιγαλιά
της νύχτας, να σε πάρει;
Που παραμύθια να σου πει
της ζήταγες, μικρό παιδί,
με το φεγγάρι;
Θυμάσαι, που με προσμονή
τη νεραϊδίσια της φωνή,
ήθελες μόνο;
Να σου χαϊδεύει τα μαλλιά
και να γιατρεύει με φιλιά,
τον κάθε πόνο;
Τώρα, σε ζήτησε η γιαγιά
και λέει, πως σου χρωστάει φιλιά.
Παράπονο έχει.
Πριν απ' τον κόσμο αυτό χαθεί,
θέλει με σε ν' αγκαλιαστεί.
Πια δεν αντέχει.
Έλα, για λίγο! Θα χαρεί…
Λέει πως το σώμα της βαρύ,
- στερνή φορά της…
Έλα, καμάρι μου κι εσύ,
έλα να πέσουμε μαζί,
στην αγκαλιά της.